Τον αληθινό άνθρωπο δεν
μπορούμε να τον εννοήσουμε παρά οπλισμένο με ευαισθησία, κυριολεκτικά
θωρακισμένο από αυτή. Και λέμε πως ένας άνθρωπος είναι ευαίσθητος, όταν
διατηρεί ακέραια και ατραυμάτιστα τα πνευματικά του ανακλαστικά. Όταν δέχεται
και αποδίδει, μένει ανοιχτός, έτοιμος να δονηθεί από τους ερεθισμούς που
έρχονται ως τον βαθύτερο εαυτό του από πρόσωπα και πράγματα, ικανός ν’ αποδώσει
τους ερεθισμούς, δηλαδή, να τους διοχετεύσει μέσα στη ζωή του.
Για τον ευαίσθητο άνθρωπο
η ζωή παύει να είναι επίπεδη. Αντίθετα, βαθαίνει, τα συμβάντα αποκτούν ένα
νόημα καινούριο, πιστότερο στην αληθινή τους ουσία και φύση και ο άνθρωπος
προβάλλεται ως ένα διαρκές παρόν, ανεξερεύνητο θαύμα. Η ευαισθησία σε αξιώνει
να βλέπεις μέσα στον άλλο την ψυχή και μ’ αυτή να συνδέεσαι, αυτή ν’ αγαπάς. Σε
καιρούς που δεν πλεονάζει η κακία, η ευαισθησία είναι σύνδεσμος κοινωνικός,
στοιχείο απαραίτητο για τη βαθύτερη επαφή και σύνδεση των ανθρώπων. […]
Ο κόσμος όμως σήμερα
είναι γεμάτος από ανθρώπους κούφιους, πέτρινους, φαντάσματα εφιαλτικής ώρας,
νευρόσπαστα1 ομοιογενή που μασουλούν την τροφή, περπατούν, συζητούν,
έχουν και κάποια «πνευματικά» ενδιαφέροντα […].
Υπάρχουν, βέβαια, ακόμη
οι τρυφεροί κι ευαίσθητοι άνθρωποι. Αλλά είναι άπραγοι, με χέρια σαπισμένα, με
καρδιά που υποφέρει αλλά δεν γνωρίζει να πρακτικοποιεί τον πόνο της.
Αισθάνονται, μαντεύουν, αλλά διστάζουν, η δύναμη έχει παγώσει, έχει ακινητήσει
μέσα τους.
Με τέτοιους ανθρώπους,
όμως, ο κόσμος δεν μπορεί να πάει μπροστά, δεν μπορεί να σταθεί. Με σκληρούς,
αδίστακτους κι ευαίσθητους άπραγους, το ανθρώπινο γένος εξανδραποδίζεται, η
κοινωνία εκφυλίζεται, στην αρχή συμβιβάζεται, ύστερα αναγορεύει τους ανάξιους ως οδηγούς της […].
Το αίτημά μας γίνεται πλέον σαφές: ζητούμε ευαίσθητους αλλά δυναμικούς ανθρώπους. Εκείνους που μπορούν να μετατρέψουν την ευαισθησία τους σε λυδία λίθο2 που θα δοκιμάζει και θα κρίνει τα του κόσμου, μία ευαισθησία ακονισμένη, σίγουρη και σταθερή στην αντίδρασή της. Αυτοί θα μπορέσουν να σταθούν αντίθετοι, αντιμέτωποι στο πηχτό ρεύμα των σκιών, των κούφιων και αναίσθητων ανθρώπων, των αναποφάσιστων. Το ρεύμα, βέβαια, θα τους υπερκεράσει, θα τους αφήσει, αλλά η ζωή δεν θ’ ανθίσει εκεί που πηγαίνει το τυφλό, βουβό, παράφρονο πλήθος. Η ζωή θ’ ανθίσει εκεί που θα σταθούν όρθιοι κι ακλόνητοι, με τα δυο πόδια τους γερά στυλωμένα στο χώμα, με το βλέμμα προς τον ουρανό, οι λίγοι, ευαίσθητοι και δυνατοί άνθρωποι.
Τσιρόπουλος Κ., Δοκίμια
Ευθύνης, 3η έκδοση,
Εκδόσεις Αστήρ, Αθήνα, 1986
1 νευρόσπαστο
= μαριονέτα, (εδώ) ο άνθρωπος που ενεργεί χωρίς δική του βούληση, αλλά με την
υπόδειξη ή την πίεση άλλων.
2 λυδία λίθος = μεταφορική χρήση της έκφρασης που δηλώνει την καθοριστική ιδιότητα με την οποία ελέγχεται η αξία κάποιου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου