Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2020

Μαρία Πολυδούρη


Η Μαρία Πολυδούρη, που γεννήθηκε την 1η Απριλίου του 1902, «έχει από καιρό περάσει στην περιοχή του λογοτεχνικού μύθου: είναι το σύμβολο της πρόωρα χαμένης ομορφιάς και του μοιραίου έρωτα, της σπαταλημένης νεότητας και της αυθεντικής ποιητικής κατάθεσης» γράφει η Χριστίνα Ντουνιά, καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, στο βιβλίο της «Μαρία Πολυδούρη - Τα ποιήματα».



Αχ, η καρδιά μου... 

Αχ, η καρδιά μου νοσταλγεί,
τώρα που φεύγει η μέρα,
το ρόδινο ξημέρωμα,
τον ήλιο, τον αιθέρα.

Τα παιδικά χαμόγελα,
το κύμα που απαντούσε
στο φλοίσβημα της πρόσχαρης
φωνούλας μας που αχούσε.

Τη βάρκα που λικνίζονταν
στη μέθη μας του ονείρου,
το αβρό τραγούδι που έσμιγε
τη σιγαλιά του απείρου.

Τη χαραυγή που ρόδιζε
τα σεντεφένια πλάτια,
την πεθυμιά την άχραντη
στ’ αγγελικά μας μάτια.

Αχ, η καρδιά μου νοσταλγεί,
τώρα που η μέρα σβήνει,
της ομορφιάς το πέρασμα,
τη νιότη που μ’ αφήνει.

Από τη συλλογή Οι τρίλιες που σβήνουν (1928)

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2020

Μπέρτολτ Μπρεχτ


Μπαλάντα για την έγκριση του κόσμου
(απόσπασμα)

Δεν είμαι άδικος, μα ούτε και τολμηρός.
Και να που, σήμερα, μου δείξανε τον κόσμο τους.
Μόνο το ματωμένο δάχτυλό τους είδα μπρος.
Και είπα ευθύς: «Μ’ αρέσει ο νόμος τους».

Τον κόσμο αντίκρισα μέσ’ απ’ τα ρόπαλά τους.
Στάθηκα κι είδα, ολημερίς, με προσοχή.
Είδα χασάπηδες που ήταν ξεφτέρια στη δουλειά τους.
Και σαν με ρώτησαν «Σε διασκεδάζει;», είπα: «Πολύ!».

Κι από την ώρα εκείνη, λέω «Ναι» σε όλα.
Κάλλιο δειλός, παρά νεκρός να μείνω.
Για να μη με τυλίξουνε σε καμιά κόλλα,
ό,τι κανένας δεν εγκρίνει, το εγκρίνω.

………………………………………………………………

Φονιάδες είδα, κι είδα πλήθος θύματα.
Μου λείπει θάρρος, μα όχι και συμπόνια.
Και φώναξα, βλέποντας τόσα μνήματα:
«Καλά τους κάνουν - για του έθνους την ομόνοια!».

Να φτάνουν είδα δολοφόνων στρατιές
κι ήθελα να φωνάξω: «Σταματήστε!».
Μα ξέροντας πως κρυφοκοίταζε ο χαφιές,
μ’ άκουσα να φωνάζω: «Ζήτω! Προχωρήστε!».

Δε μου αρέσει η φτήνια κι η κακομοιριά.
Γι’ αυτό κι έχει στερέψει η έμπνευσή μου.
Αλλά στου βρώμικού σας κόσμου τη βρωμιά
ταιριάζει, βέβαια -το ξέρω- κι η έγκρισή μου.

                                                        μτφρ. Μάριος Πλωρίτης

Η «Μπαλάντα για την έγκριση του κόσμου», που γράφτηκε λίγο πριν ο Χίτλερ καταλύσει την κοινοβουλευτική δημοκρατία στη Γερμανία, καυτηριάζει αφενός τη διαφθορά της εποχής της ανόδου του ναζισμού και αφετέρου την εκκωφαντική σιωπή πολλών Γερμανών συγγραφέων.

Μαρία Πολυδούρη


Ούτε κι εδώ

Ούτε κι εδώ στην ξενιτιά που μ’ έχει ρίξει,
καθώς με συγκυλά της δυστυχίας το κύμα,
βρήκα την ταφική του ναυαγίου γαλήνη.
Τα σωθηκά μου αν τα ’χει η μαύρη δίψα φρίξει
κι αν η φωνή μου απ’ την κραυγή του πόνου σβήνει,
μα πάντα θα ’μαι του ονείρου τ’ αστείο θύμα.
Καθώς φωτίζαν πάνω μου τα δυο σου μάτια,
των λογισμών μου σκίζοντας το μαύρο βύθος,
το δρόμο προς τα χείλη σου βρήκα άθελά μου.
Κείτομαι εμπρός σου κι ονειρεύομαι παλάτια νεραιδικά,
σαν απ’ αυτά που θέλει ο μύθος
και δεν κοιτάζω πως θεός στη ζωή μπαίνεις
Εσύ, και μένα πόσο ανάξιο το ένδυμά μου.

Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2020

Βιογραφίες Φιλοσόφων (Ελλήνων και Ξένων) σε PowerPoint







































Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2020

Οι 15 εκφράσεις που χρησιμοποιούμε καθημερινά και κρατάνε από την αρχαιότητα!


Στις περισσότερες των περιπτώσεων η λαϊκή αυτή σοφία, έχει τις ρίζες της στην Αρχαία Ελλάδα ή το Βυζάντιο, αποδεικνύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το πόσο επίκαιρες ήταν, αφού τις ίδιες φράσεις χρησιμοποιούμε και σήμερα.

1. Χτύπα ξύλο:
«Άπτεσθαι ξύλου», έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες. Λόγω της πεποίθησης τους πως στα δένδρα κατοικούσαν νύμφες (Δρυάδες/Αμαδρυάδες) χτύπαγαν το ξύλο του κορμού των δένδρων για να επικαλεστούν την προστασία τους, καθώς οι νύμφες μπορούσαν να πραγματοποιήσουν τις ευχές των ανθρώπων. Αυτή η συνήθεια συνηθίζεται ακόμα και σήμερα, όταν ακούμε κάτι το οποίο δεν θέλουμε να μας συμβεί…

2. Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα:
Η παροιμιώδης αυτή έκφραση, προέρχεται από τον μύθο του Αισώπου, «Ανήρ κομπαστής», και χρησιμοποιείται για όσους καυχιούνται για κάτι και το υποστηρίζουν, αλλά αδυνατούν να αποδείξουν τα λεγόμενά τους. Σύμφωνα με τον μύθο, ένας αθλητής που βρισκόταν στην Αθήνα καυχιόνταν συνέχεια ότι σε αγώνες στην Ρόδο είχε πραγματοποιήσει ένα τεράστιο άλμα. Καθώς δεν τον πίστευε κανείς, αυτός έλεγε στους Αθηναίους να πάνε στη Ρόδο και να ρωτήσουν τους θεατές των αγώνων.
Τότε ένας Αθηναίος πήγε στο σκάμμα, και με το χέρι έγραψε πάνω στην άμμο τη λέξη «Ρόδος». Κατόπιν γύρισε προς τον καυχησιάρη αθλητή και του είπε: «Αυτού γαρ και Ρόδος και πήδημα», το οποίο έχει μείνει ως «ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα». Το προφανές νόημα είναι ότι ο καθένας έχει οποτεδήποτε την δυνατότητα να αποδείξει τις δυνατότητές του και δεν χρειάζεται η επίκληση μυθικών προγόνων, κατορθωμάτων κ.λπ.

Όταν οι Ρωμαίοι κυρίευσαν τις Συρακούσες το 212 π.Χ., μετά από τριετή αντίσταση των Ελλήνων, κάποιοι Ρωμαίοι στρατιώτες μπήκαν στο σπίτι του Αρχιμήδη, και τον βρήκαν να σχεδιάζει κύκλους στο έδαφος.
Ο Αρχιμήδης τους παρακάλεσε να τον αφήσουν να τελειώσει τη λύση κάποιου σπουδαίου προβλήματος που τον απασχολούσε, εξού και οι κύκλοι στο έδαφος. Γι’ αυτό και τους είπε το γνωστό «μη μου τους κύκλους τάραττε».
Ο Ρωμαίος στρατιώτης όμως δυστυχώς και τους κύκλους του χάλασε, και τον Αρχιμήδη σκότωσε. Η φράση όμως έμεινε…

4. Κοράκιασα από τη δίψα:
Φράση που προέρχεται από έναν αρχαιοελληνικό μύθο. Σύμφωνα με αυτόν, σε κάποια μικρή ορεινή πόλη της αρχαίας Ελλάδας, οι κάτοικοι αποφάσισαν κάποτε να κάνουν μια θυσία στο θεό Απόλλωνα. Το νερό όμως που θεωρούσαν ιερό και το χρησιμοποιούσαν στις θυσίες, βρίσκονταν ανάμεσα σε δύσβατα φαράγγια. Έπρεπε λοιπόν γι’ αυτή τη σημαντική θυσία να στείλουν κάποιον σε αυτή τη δύσκολη και ανηφορική διαδρομή, για να φέρει το «ιερό» νερό. Ξαφνικά, ακούστηκε μια φωνή από ένα δέντρο εκεί κοντά. Ήταν η φωνή ενός κόρακα ο οποίος προσφερόταν να αναλάβει το συγκεκριμένο εγχείρημα.
Παρά την έκπληξη που ένιωσαν οι κάτοικοι ακούγοντας τη φωνή του κόρακα, αποφάσισαν να του αναθέσουν την αποστολή, μιας και με τα φτερά του θα έφτανε γρήγορα και εύκολα στην πηγή που έτρεχε το «ιερό» αυτό νερό. Έδωσαν λοιπόν, οι άνθρωποι στον κόρακα μια μικρή υδρία, αυτός την άρπαξε με τα νύχια του και πέταξε στον ουρανό με κατεύθυνση την πηγή. Ο κόρακας έφτασε γρήγορα στην πηγή. Πλάι της αντίκρισε μια συκιά γεμάτη σύκα, και λιχούδης καθώς ήταν άρχισε να δοκιμάζει μερικά σύκα. Τα σύκα όμως ήταν άγουρα, και ο κόρακας αποφάσισε να περιμένει μέχρι να ωριμάσουν, ξεχνώντας όμως την αποστολή που είχε αναλάβει για λογαριασμό των ανθρώπων. Περίμενε τελικά δύο ολόκληρες μέρες ώσπου τα σύκα ωρίμασαν.
Έφαγε πολλά μέχρι που κάποια στιγμή θυμήθηκε τον πραγματικό λόγο για τον οποίο είχε έρθει στην πηγή. Άρχισε να σκέφτεται λοιπόν, πώς θα δικαιολογούσε την αργοπορία του στους κατοίκους της πόλης. Τελικά γέμισε με νερό τη μικρή υδρία, άρπαξε με το ράμφος του ένα μεγάλο φίδι το οποίο διέκρινε να κινείται κοντά στους θάμνους και πέταξε για την πόλη. Όταν ο κόρακας έφτασε στην πόλη, οι κάτοικοι θέλησαν να μάθουν το λόγο για τον οποίο άργησε να επιστρέψει με το νερό από την πηγή. Ο κόρακας αφού άφησε κάτω την υδρία και το φίδι, και ισχυρίστηκε ότι το συγκεκριμένο φίδι ρουφούσε το νερό από την πηγή, με αποτέλεσμα αυτή να αρχίσει να ξεραίνεται.
Έπειτα τους είπε πως όταν το φίδι αποκοιμήθηκε, αυτός γέμισε την υδρία με το νερό και γράπωσε και το φίδι για να το παρουσιάσει στους κατοίκους. Οι άνθρωποι τον πίστεψαν και σκότωσαν το φίδι χτυπώντας το με πέτρες και ξύλα. Όμως, το φίδι αυτό ήταν του θεού Απόλλωνα, και ο θεός του φωτός οργισμένος αποφάσισε να τιμωρήσει τον κόρακα για το ψέμα του. Έτσι από εκείνη την ημέρα, κάθε φορά που ο κόρακας προσπαθούσε να πιει νερό από κάποια πηγή, αυτή στέρευε. Κράτησε πολύ καιρό το μαρτύριο αυτό της δίψας του κόρακα, μέχρι που ο Απόλλωνας τον λυπήθηκε και τον έκανε αστέρι στον ουρανό. Από τότε, όταν κάποιος διψούσε πολύ, έλεγε τη φράση «Κοράκιασα από τη δίψα». Και αυτή η φράση έχει παραμείνει ως τις μέρες μας.

5. Ο κλέψας του κλέψαντος:
Αρχαία ελληνική έκφραση (Αλωπεκίζειν προς ετέρα αλώπεκα). Παροιμία που λεγόταν για τους απατεώνες και μάλιστα σε περιπτώσεις που κάποιος εξ αυτών, επιχειρούσε να εξαπατήσει άλλον απατεώνα.

6. Φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας:
Φράση που χρησιμοποιείται για να υποδείξει δολιότητα. Κατά την διάρκεια του Τρωικού πολέμου, ο Λαοκόων, ένας από τους Τρώες ιερείς του Θυμβραίου Απόλλωνα, προειδοποίησε τους συμπατριώτες του Τρώες (μάταια) να μη δεχθούν το δώρο που πρόσφεραν οι Έλληνες -οι Δαναοί- στους Τρώες, όταν υποτίθεται ότι αποφάσισαν να τερματίσουν την πολιορκία τους.
To προκείμενο δώρο ήταν ο δούρειος ίππος. Δώρο που αποδείχθηκε θανάσιμο και καταστροφικό για τους Τρώες, και την αγαπημένη τους πόλη, την Τροία.

7. Καβάλησε το καλάμι:
Είναι μια έκφραση που ίσως προέρχεται από την Αρχαία Ελλάδα. Οι Σπαρτιάτες το έλεγαν για να πειράξουν τον Αγησίλαο. Ο Αγησίλαος αγαπούσε πολύ τα παιδιά του και όταν ήταν μικρά έπαιζε μαζί τους, καβαλώντας σαν σε άλογο, ένα καλάμι. Κάποια μέρα όμως τον είδε ένας φίλος του σε αυτή την στάση και ο Αγησίλαος τον παρακάλεσε να μην πει τίποτα σε κανέναν. Αλλά εκείνος δεν κράτησε τον λόγο του και το είπε σε άλλους, για να διαδοθεί σιγά-σιγά σε όλους και να φθάσει στις μέρες μας, με αλλαγμένη την ερμηνεία του (το λέμε όταν θέλουμε να πούμε για κάποιον ότι πήραν τα μυαλά του αέρα).

8. Σε τρώει η μύτη σου, ξύλο θα φας:
Στην αρχαία Ελλάδα πίστευαν πως ο «κνησμός», η φαγούρα, δηλαδή, του σώματος, ήταν προειδοποίηση των Θεών. Πίστευαν πως όταν ένας άνθρωπος αισθανόταν φαγούρα στα πόδια του, θα έφευγε σε ταξίδι. Όταν πάλι τον έτρωγε η αριστερή του παλάμη, θα έπαιρνε δώρα. Η πρόληψη αυτή έμεινε ως τα χρόνια μας. «Με τρώει το χέρι μου χρήματα θα πάρω», συνηθίζουμε να λέμε όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Οι αρχαίοι όμως, θεωρούσαν γρουσουζιά, όταν αισθανόταν φαγούρα στην πλάτη, στο λαιμό, στα αφτιά και στη μύτη.
Κάποτε για παράδειγμα, ο βασιλιάς της Σπάρτης Άγις, ενώ έκανε πολεμικό συμβούλιο με τους αρχηγούς του, είδε ξαφνικά κάποιον από αυτούς να ξύνει αφηρημένος το αφτί του. Αμέσως σηκώθηκε πάνω και διέλυσε το συμβούλιο: «- Θα έχουμε αποτυχία οπωσδήποτε. Οι θεοί προειδοποίησαν τον Αρίσταρχο. Ας αναβάλουμε για αργότερα την εκστρατεία». Οι Σπαρτιάτες πίστευαν ακόμη ότι τα παιδιά που αισθάνονταν φαγούρα στη μύτη τους, θα γινόντουσαν κακοί πολεμιστές. Έτσι, όταν έβλεπαν κανένα παιδί να ξύνει τη μύτη του, το τιμωρούσαν, για να μην την ξαναξύσει άλλη φορά. Από την πρόληψη αυτή βγήκε η φράση: «η μύτη σου σε τρώει, ξύλο θα φας».

9. Πράσσειν άλογα:
Όταν κάποιος σε μία συζήτηση μας λέει πράγματα με τα οποία διαφωνούμε ή μας ακούγονται παράλογα, συνηθίζουμε να λέμε: «Τι είναι αυτά που μου λες; Αυτά είναι αηδίες και πράσσειν άλογα».
Το «πράσσειν άλογα» λοιπόν, δεν είναι πράσινα άλογα όπως πιστεύει πολύς κόσμος, αλλά αρχαία ελληνική έκφραση. Προέρχεται εκ του ενεργητικού απαρεμφάτου του ρήματος «πράττω» ή/και «πράσσω» (τα δύο τ, αντικαθίστανται στα αρχαία και από δύο σ), που είναι το «πράττειν» ή/και «πράσσειν» και του «άλογο» που είναι ουσιαστικά το ουσιαστικό «λόγος» που σημαίνει λογική (σε μία από τις έννοιες του) με το α στερητικό μπροστά. Ά-λογο το παράλογο, δηλαδή, πράσσειν άλογα, το να κάνει κανείς παράλογα πράγματα.

10. Ένα χελιδόνι δε φέρνει την άνοιξη:
Σ’ έναν από τους μύθους του Αισώπου διαβάζουμε, πως ένας άσωτος και σπάταλος νέος, αφού έφαγε όλη του την περιουσία, δεν του είχε απομείνει παρά ο καινούριος του χονδρός εξωτερικός μανδύας.
Κάποια μέρα, λοιπόν, που τυχαία είδε ένα χελιδόνι να πετάει έξω από το παράθυρό του, φαντάστηκε πως ο χειμώνας είχε περάσει και πως ήρθε πια η άνοιξη. Πούλησε τότε και το μανδύα σαν αχρείαστο.
Αλλά το χειμωνιάτικο κρύο είχε άλλη γνώμη και ξαναγύρισε την άλλη μέρα πιο τσουχτερό. Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν τη φράση αυτή με τα λόγια: «μία χελιδών έαρ ου ποιεί». Κατά τον Αριστοτέλη: «Το γάρ έαρ ούτε μία χελιδών ποιεί ούτε μία ημέρα». Επίσης, συγγενική είναι η φράση: «Μ’ ένα χελιδόνι, καλοκαίρι δεν κάνει, ούτε μια μέλισσα μέλι» και «μ’ ένα λουλούδι καλοκαίρι δε γίνεται».

11. Κροκοδείλια δάκρυα:
Ο κροκόδειλος όταν θέλει να ξεγελάσει το θύμα του, κρύβεται και βγάζει κάτι παράξενους ήχους, που μοιάζουν καταπληκτικά με κλάμα μωρού παιδιού. Έτσι, αυτοί που τον ακούν, νομίζουν ότι πρόκειται για κάποιο παιδάκι και τρέχουν να το βοηθήσουν…
Ο κροκόδειλος τότε επιτίθεται ξαφνικά και σκοτώνει το θύμα του. Στην αρχαία Ελλάδα ο κροκόδειλος ήταν άγνωστος, οι Έλληνες όμως έμαθαν γι’ αυτόν από τους Φοίνικες εμπόρους, που τους γέμιζε με τρόμο και θαυμασμό για την δύναμη και την πανουργία του κροκόδειλου.
Έτσι λοιπόν, παρόλο που στην Ελλάδα δεν υπήρχαν κροκόδειλοι, τα «κροκοδείλια δάκρυα», που λέμε σήμερα γι’ αυτούς που ψευτοκλαίνε, είναι φράση καθαρά αρχαία ελληνική.

12. Άρες μάρες κουκουνάρες:
Η έκφραση προέρχεται από αρχαίες Ελληνικές κατάρες. Στον ενικό η λέξη είναι Κατάρα Κατ-άρα Με την πάροδο των χρόνων για λόγους καθαρά εύηχους και μόνο προσετέθη και το «Μ». Δηλαδή: Κατ-άρα-μάρα. Και έτσι στη νεότερη ελληνική έγινε -άρα-μάρα, άρες μάρες, έβαλαν και την «κούφια» ομοιοκατάληκτη λέξη κουκουνάρες (κούφια δεν είναι τα κουκουνάρια;) και δημιουργήθηκε αυτή η καινούρια φράση! Την λέμε όταν θέλουμε να δηλώσουμε πως ακούσαμε κάτι χωρίς νόημα και χωρίς ουσία!

13. Αναγκαίο κακό:
Τη φράση αυτή τη βρίσκουμε για πρώτη φορά σ’ ένα στίχο του Μένανδρου (342-291 π.Χ.),που μιλάει για το γάμο. Ο ποιητής γράφει ότι ο γάμος «…εάν τις την Αλήθειαν σκοπή, κακόν μεν εστίν, αλλ’ αναγκαίον κακόν» (= εάν θέλουμε να το εξετάσουμε στο φως της αλήθειας, ο γάμος είναι μεν ένα κακό, αλλά αναγκαίον κακόν).
Σ’ ένα άλλο απόσπασμα του Μένανδρου διαβάζουμε -ίσως για παρηγοριά για τα παραπάνω- την εξής περικοπή: «Πάντων ιατρός των αναγκαίων κακών χρόνος εστίν». Επίσης: «αθάνατον εστί κακόν αναγκαίον γυνή». Δηλαδή, η γυναίκα είναι το αιώνιο αναγκαίο κακό.

14. Κατά φωνή κι ο γάιδαρος:
Στην αρχαιότητα, όταν ένας γάιδαρος φώναζε πριν αρχίσει μια μάχη, νόμιζαν ότι οι θεοί τους προειδοποιούσαν για τη νίκη. Κάποτε ο Φωκίωνας ετοιμαζόταν να επιτεθεί στους Μακεδόνες του Φιλίππου, αλλά δεν ήταν και τόσο βέβαιος για το αποτέλεσμα, επειδή οι στρατιώτες του ήταν λίγοι.
Τότε αποφάσισε ν’ αναβάλει για μερικές μέρες την επίθεση, ώσπου να του στείλουν τις επικουρίες, που του είχαν υποσχεθεί οι Αθηναίοι. Πάνω, όμως, που ήταν έτοιμος να διατάξει υποχώρηση, άκουσε ξαφνικά τη φωνή ενός γαϊδάρου από το στρατόπεδο του. - Κατά φωνή κι ο γάιδαρος! έκανε ενθουσιασμένος ο Φωκίωνας. Και διέταξε ν’ αρχίσει η επίθεση, με την οποία νίκησε τους Μακεδόνες. Από τότε ο λόγος έμεινε, και τον λέμε συχνά, όταν βλέπουμε ξαφνικά κάποιο φίλο μας, που δεν τον περιμέναμε.

15. Δεν ιδρώνει τ’ αυτί του:
Την φράση αυτή την χρωστάμε στον πατέρα της Ιατρικής τον Ασκληπιό. Όταν κάποια νεαρή τον ρώτησε, με ποιον τρόπο θα μπορούσε να κάνει τον νεαρό που της άρεσε να την αγαπήσει, αυτός απάντησε: «Να τον κλείσεις σ’ ένα πολύ ζεστό δωμάτιο και αν ιδρώσουν τ’ αφτιά του, θα σ’ αγαπήσει. Αν δεν ιδρώσουν, μην παιδεύεσαι άδικα». Από την περίεργη αυτή συμβουλή του Ασκληπιού, έμεινε ως τα χρόνια μας η φράση «δεν ιδρώνει τ’ αυτί του», που τη λέμε συνήθως για τους αναίσθητους και αδιάφορους.

Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2020

Οι ονομασίες των 12 μηνών στην Αρχαία Ελλάδα


Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε ή δεν έχει βρεθεί κάποιο επίσημο θρησκευτικό ημερολόγιο που να προσδιορίζει τις ημέρες των εορτών του έτους. Μόνο στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. ο Αθηναίος Νικόμαχος συνέταξε έναν κώδικα θρησκείας για την πόλη των Αθηνών. Τον κώδικα τον έγραψε βουστροφηδόν επάνω σε τοίχους που είχαν στηθεί γι’ αυτό το σκοπό. Το ημερολόγιό του κατέγραφε τις ετήσιες θυσίες, τις θυσίες που γίνονταν κάθε δυο χρόνια κ.λπ.
Από τον κώδικα έχουν σωθεί μόνο μερικά αποσπάσματα κι από τις μοναδικές πληροφορίες που παίρνουμε από αυτόν γίνεται φανερό το πλήθος των δεδομένων που μας λείπουν προκειμένου να έχουμε πλήρη εικόνα για τις λατρευτικές συνήθειες των αρχαίων Ελλήνων.
Οι Αθηναίοι κάθε χρόνο όριζαν ως ένα από τα ανώτερα κρατικά αξιώματα το βασιλέα, με ρόλο να επιστατεί σε θέματα θρησκείας. Σαν δικαστής ήταν πρόεδρος του δικαστηρίου που ήταν αρμόδιο να δικάζει υποθέσεις ασέβειας. Το ιερατικό του καθήκον ήταν ο προσδιορισμός των ημερομηνιών που γίνονταν οι γιορτές.
Ο πρώτος αττικός μήνας άρχιζε με την εμφάνιση της νέας σελήνης (νουμηνία) μετά τη θερινή ισημερία, δηλαδή γύρω στις 15 Ιουλίου. Ο πρώτος μήνας (μέσα Ιουλίου-μέσα Αυγούστου) του αττικού ημερολογίου ήταν ο Εκατομβαιών που είχε πάρει το όνομά του από τα Εκατόμβαια, μία γιορτή που γινόταν προς τιμή του Απόλλωνα. Κατά τη διάρκεια του μήνα γιορτάζονταν στην Αθήνα εκτός από τα Εκατόμβαια, τα Κρόνια, τα Συνοίκια και τα Παναθήναια (με κορυφαία τη μέρα των γενεθλίων της θεάς Αθηνάς, στις 28 του μήνα).
Ο δεύτερος μήνας (μέσα Αυγούστου-μέσα Σεπτεμβρίου) ονομαζόταν Μεταγειτνιών και είχε πάρει το όνομά του από τη γιορτή Μεταγείτνια προς τιμή του Απόλλωνα, του θεού που παράστεκε στην αλλαγή γειτόνων. Το μήνα αυτό γίνονταν και τα Ηράκλεια στο Κυνόσαργες.
Ο τρίτος μήνας του έτους (μέσα Σεπτεμβρίου-μέσα Οκτωβρίου) ονομαζόταν Βοηδρομιών κι είχε πάρει το όνομά του από τη γιορτή Βοηδρόμια που γινόταν κι αυτός προς τιμή του Απόλλωνα. Άλλες γιορτές του μήνα ήταν τα Γενέσια, μια γιορτή της Αρτέμιδος Αγροτέρας, και τα Μυστήρια που είχαν διάρκεια πολλών ημερών.
Ο τέταρτος μήνας (μέσα Οκτωβρίου-μέσα Νοεμβρίου) ονομαζόταν Πυανεψιών, από τη γιορτή Πυανέψια που γινόταν και πάλι προς τιμή του Απόλλωνα. Το μήνα αυτό γιορτάζονταν πολλές γιορτές όπως τα Προηρόσια, τα Οσχοφόρια, τα Θήσεια, τα Στήνια, τα Θεσμοφόρια, τα Χαλκεία και τα Απατούρια.
Ο πέμπτος μήνας (μέσα Νοεμβρίου-μέσα Δεκεμβρίου) ονομαζόταν Μαιμακτηριών, από τη γιορτή Μαιμακτήρια που γινόταν προς τιμή του Δία, επειδή τον θεωρούσαν θεό των θυελλών (μαίμαξ = θυελλώδης). Το μήνα αυτό γίνονταν στην Αθήνα και τα Πομπαία.
Ο έκτος μήνας (μέσα Δεκεμβρίου-μέσα Ιανουαρίου), είχε το όνομα Ποσειδεών, από τα Ποσείδεα μια γιορτή προς τιμή του Ποσειδώνα. Το μήνα αυτό γίνονταν ακόμη τα Αλώα και τα Κατ’ αγρούς Διονύσια.
Ο έβδομος μήνας (μέσα Ιανουαρίου-μέσα Φεβρουαρίου) ονομαζόταν Γαμηλιών, από τη γιορτή Γαμήλια, τον «ιερό γάμο» του Δία με την Ήρα. Άλλη γιορτή του μήνα ήταν τα Λήναια.
Ο όγδοος μήνας (μέσα Φεβρουαρίου-μέσα Μαρτίου) ονομαζόταν Ανθεστηριών. Ο μήνας είχε πάρει το όνομά του από τα Ανθεστήρια που γίνονταν προς τιμή του Διονύσου. Άλλη γιορτή του μήνα ήταν τα Διάσια.
Ο ένατος μήνας (μέσα Μαρτίου-μέσα Απριλίου) ονομαζόταν Ελαφηβολιών, από τη γιορτή Ελαφηβόλια, προς τιμή της Άρτεμης. Επίσης γιορτάζονταν Ασκληπίεια, τα εν άστει Διονύσια και τα Πάνδια.
Ο δέκατος μήνας (μέσα Απριλίου-μέσα Μαΐου) ονομαζόταν Μουνιχιών από τη γιορτή Μουνίχια προς τιμή της Άρτεμης. Ο μήνας είχε ακόμη την Εορτή του Έρωτα (στις 4 του μήνα), την Πομπή προς το Δελφίνιον και τα Ολυμπιεία.
Ο ενδέκατος μήνας (μέσα Μαΐου-μέσα Ιουνίου) ονομαζόταν Θαργηλιών από τη γιορτή Θαργήλια, προς τιμή της Άρτεμης και του Απόλλωνα. Άλλες γιορτές ήταν τα Βενδίδια, τα Πλυντήρια και τα Καλλυντήρια.
Και ο δωδέκατος μήνας (μέσα Ιουνίου-μέσα Ιουλίου) ονομαζόταν Σκιροφοριών από τη γιορτή Σκιροφόρια προς τιμή του Ποσειδώνα. Τον ίδιο μήνα γιορτάζονταν τα Διιπόλιεια και τα Διισωτήρια.
Στο αττικό ημερολόγιο κανένας μήνας δεν έχει πάρει το όνομά του από κάποια γιορτή της Αθηνάς μολονότι η Αθηνά ήταν η θεά της πόλης. Τα ονόματα έχουν την τάση να ευνοούν γιορτές του Απόλλωνα και της Άρτεμης. Επίσης όλα τα ονόματα των εορτών είναι στον πληθυντικό αριθμό.

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2020

Ανδρέας Εμπειρίκος


Τριαντάφυλλα στο παράθυρο


Σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια1. Yπάρχουν απειράκις ωραιότερα πράγματα και απ’ αυτήν την αγαλματώδη παρουσία του περασμένου έπους. Σκοπός της ζωής μας είναι η αγάπη. Σκοπός της ζωής μας είναι η ατελεύτητη μάζα2 μας. Σκοπός της ζωής μας είναι η λυσιτελής3 παραδοχή της ζωής μας και της κάθε μας ευχής εν παντί τόπω εις πάσαν στιγμήν εις κάθε ένθερμον αναμόχλευσιν4 των υπαρχόντων. Σκοπός της ζωής μας είναι το σεσημασμένον δέρας5 της υπάρξεώς μας.

1χαμέρπεια: ευτέλεια, μικροί και ασήμαντοι στόχοι (όπως τα ερπετά χάμω στη γη)
2 ατελεύτητη μάζα: αιώνια ύλη.
3 λυσιτελής: ωφέλιμη, χρήσιμη.
4 αναμόχλευσις: ανακίνηση.
5 σεσημασμένον δέρας: δέρμα που φέρει επάνω του αποτυπώματα.

Ο Ανδρέας Εμπειρίκος σε αυτό το ποίημα μιλά για την ανάγκη να εστιάσουν οι άνθρωποι στα πιο απλά και καθημερινά της ζωής και να μην αναλώνονται σε «μεγαλειώδη κατορθώματα και ηρωικές πράξεις».

Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2020

Ο ιππόδρομος της Κωνσταντινούπολης



Ο ιππόδρομος ήταν ένα πελώριο οικοδόμημα μήκους 450 μέτρων και χωρητικότητας 100.000 θεατών που ήταν κτισμένο στα πρότυπα του Circus Maximus της Ρώμης. Στο ένα πλάι του υπήρχε το αυτοκρατορικό θεωρείο, συνδεδεμένο με σκάλα απ’ ευθείας με το παλάτι. Τόσες και τόσες δολοφονίες ή απόπειρες είχαν γίνει στη Ρώμη την ώρα που οι αυτοκράτορες έμπαιναν ή έφευγαν απ’ το Κολοσσαίο, οπότε οι Βυζαντινοί κάτι είχαν διδαχτεί απ’ αυτή την εμπειρία αναφορικά με την ασφάλεια του αυτοκράτορα. Ο όχλος, χωρισμένος σε δύο μεγάλες φατρίες, του Πράσινους και τους Βένετους, παραληρούσε στις εξέδρες βλέποντας αρματοδρομίες και δεκάδες άλλα θεάματα.
Ο χριστιανισμός είχε καταργήσει τους μονομαχίες και τις θηριομαχίες της Ρώμης, στις οποίες εκατοντάδες κορμιά κομματιάζονταν μπροστά στο πλήθος, είτε από όπλα είτε απ’ τα θηρία. Τα λαϊκά θεάματα όμως δεν καταργήθηκαν. Εκτός από τις δημοφιλέστατες αρματοδρομίες, υπήρχαν γελωτοποιοί, ακροβάτες, νάνοι, χορευτές, ταχυδακτυλουργοί, παρουσιάζονταν παράξενα ζώα και κάθε λογής θηριοδαμαστές.
Ο αυτοκράτορας ήταν πάντα εκεί, δίνοντας την εύνοια του είτε στους Πράσινους, είτε στους Βένετους. Στο σχολείο μάθαμε ότι οι Πράσινοι εκπροσωπούσαν τις λαϊκές τάξεις και οι Βένετοι (γαλάζιοι) την αριστοκρατία. Σήμερα ο διαχωρισμός αυτός θεωρείται ιστορικά παρωχημένος, καθώς τα πράγματα ήταν πιο πολύπλοκα. Οι ιθύνοντες των Βένετων εκπροσωπούσαν τα συμφέροντα της παλιάς ελληνορωμαϊκής αριστοκρατίας των γαιοκτημόνων και από θρησκευτικής άποψης υποστήριζαν την ορθοδοξία. Οι ιθύνοντες των Πράσινων εξέφραζαν τα συμφέροντα των αστών αξιωματούχων που αναδείχθηκαν στο παλάτι και στην κρατική διοίκηση, καθώς και τις επιδιώξεις των πλούσιων εμπόρων. Είχαν δεσμούς με την Ανατολή και έκλιναν προς το μονοφυσιτισμό και άλλες ανατολικές αιρέσεις.
Κάθε καινούριος αυτοκράτορας, αφού ορκιζόταν και σταθεροποιούνταν στην εξουσία, παρουσιαζόταν στον λαό από το θεωρείο του στον ιππόδρομο. Οι αυτοκράτορες ήθελαν μαζί τους τον όχλο και ο καλύτερος τρόπος ήταν να ελέγχουν το ιππόδρομο μέσω των φατριών. Άλλωστε, αν και τα θεσμοθετημένα θεάματα θανάτου είχαν καταργηθεί, ουκ ολίγες φορές εκεί μέσα οι ομάδες εξουσίας έλυσαν τις διαφορές τους μέσα σ’ ένα λουτρό αίματος. Πρώην αυτοκράτορες βασανίστηκαν, αιρετικοί κάηκαν, εγκληματίες θανατώθηκαν μέσα σ’ ένα παραλήρημα ενθουσιασμού του όχλου ως συνήθως. Τον καιρό της εικονομαχίας, χιλιάδες καλόγριες που αντιστέκονταν στις αυτοκρατορικές διαταγές για κατέβασμα των εικόνων, οδηγούνταν ομαδικά στον κατάμεστο ιππόδρομο και βιάζονταν από ολόκληρα στρατιωτικά τάγματα για τιμωρία και προς παραδειγματισμό.
Γύρω από τον ιππόδρομο, κρασοπουλιά και πορνεία στέγαζαν τον πολύχρωμο υπόκοσμο της πιο λαμπρής αυτοκρατορίας του καιρού της, του μεγαλύτερου λιμανιού της μεσογείου. Πόρνες, μαστροποί, μάντεις, πορτοφολάδες, λαθρέμποροι, άνεργοι μισθοφόροι και κάθε λογής κοινωνικό κατακάθι, συστεγάζονταν με τα μέλη της καλής βυζαντινής κοινωνίας που κατέβαιναν στον ιππόδρομο για να ξεσκάσουν, να κάνουν τις βρώμικες δουλειές τους και να βυσσοδομήσουν πολιτικά καθώς το Βυζάντιο ήταν ανέκαθεν ο παράδεισος της συνωμοσίας. Τυχαίο ήταν που ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ονόμαζε τον ιππόδρομο της βασιλεύουσας «εστία αναισχυντίας, κύπελλο γεμάτο δηλητήριο, βαρύ δίχτυ μέσα στο οποίο πέφτουν και χάνονται τόσες απερίσκεπτες ψυχές».

Η ανακάλυψη του Ασκληπιείου του Ιπποκράτη



Το 1902, έφθασε στο τουρκοκρατούμενο ακόμα νησί της Κω, ένας Γερμανός αρχαιολόγος και καθηγητής, ο Ρούντολφ Χέρζογκ. Είχε μαζί του έγγραφη άδεια της Υψηλής Πύλης να κάνει ανασκαφές στο νησί για ν’ ανακαλύψει το περίφημο Ασκληπιείο του Ιπποκράτη, του πιο διάσημου θεραπευτηρίου του αρχαίου κόσμου. Σήμερα μπορούμε να δούμε τον αρχαιολογικό χώρο του Ασκληπιείου λίγο πιο πάνω και αριστερά όπως μπαίνει κανείς με πλοίο στο λιμάνι της Κω. Τότε όμως δεν υπήρχε ούτε ίχνος του.
Το Ασκληπιείο δούλευε για πέντε ολόκληρους αιώνες, από τον 3ο π.Χ, μέχρι τον 2ο μ.Χ., προσέλκυε αρρώστους απ’ όλα τα μέρη του τότε γνωστού κόσμου, αλλά μετά καταστράφηκε από σεισμό. Τα κτίρια έπεσαν, τα ερείπια χρησιμοποιήθηκαν για οικοδομικά υλικά ή για την δημιουργία ασβέστη, χώματα σκέπασαν την περιοχή και πάνω τους χτίστηκαν φτωχά αγροτόσπιτα.
Με την αυγή της αρχαιολογίας, διάσημοι επιστήμονες απ’ όλο τον κόσμο άρχισαν να το ψάχνουν, στηριζόμενοι κυρίως σε αναφορές του Στράβωνα. Κάποιος Ρος το 1844 το έψαχνε σκάβοντας στην απέναντι πλευρά του λόφου απ’ αυτήν που πραγματικά ήταν το θεραπευτήριο, ενώ ο Ολιβιέ Ραιγιέ προσδιόρισε την τοποθεσία του με βάση την λογική. Έψαχνε πολύ κοντά στο λιμάνι, λέγοντας ότι θα είχε χτιστεί σε τέτοιο σημείο ώστε να μπορούν να πηγαίνουν οι άρρωστοι που έφταναν με πλοίο. Τέλος, κάποιος Άγγλος ονόματι W. Paton έφτασε πολύ κοντά σκάβοντας γύρω από την Παναγιά την Ταρσού (Παναγιά του Άλσους), δεν το βρήκε όμως.
Ο Χέρζογκ απέρριψε την πιθανότητα να βρίσκεται το Ασκληπιείο χαμηλά δίπλα στο λιμάνι, επειδή εκεί υπήρχαν υπολείμματα αρχαίου νεκροταφείου και όπως ήταν γνωστό, στα ασκληπιεία δεν επιτρεπόταν ούτε να αφεθεί να πεθάνει άνθρωπος, ούτε να γεννήσει γυναίκα. Ο Γερμανός καθηγητής όμως, είχε πάρει για βοηθό του έναν ντόπιο, τον Ιάκωβο Ζαρράφτη, γνώστη της περιοχής, λάτρη της ιστορίας και αυτοδίδακτο αρχαιολόγο. Ο Ζαρράφτης πίστευε ότι το Ασκληπιείο ήταν ακριβώς στην θέση που τελικά βρέθηκε, όμως δεν μπορούσε να πείσει τον Γερμανό να σκάψουν εκεί. Κάποια στιγμή, πρότεινε στον Γερμανό να του δώσει μερικούς εργάτες να σκάψει μόνος του εκεί που ήθελε και αν οι προσπάθειες του αποδεικνύονταν άκαρπες, θα πλήρωνε αυτός τα  μισά μεροκάματα.
Μερικές μέρες αργότερα, μεσημέρι, ο Χέρζογκ κατέβηκε από την πλαγιά που έσκαβε και πήγε στην σκηνή που είχαν στήσει για το φαγητό. Πέρασε μπροστά από το σημείο που έσκαβε ο Ζαρράφτης, τον κορόιδεψε φωνάζοντας του «Ιάκωβε, να ο Ασκληπιός, πιάστον απ’ τα γένια» και κάθισε για φαγητό. Την στιγμή που άνοιγε ένα μπουκάλι κρασί, άκουσε την κραυγή του Ζαρράφτη. Έτρεξε και τον είδε να κρατά μαζί με τρεις ακόμα εργάτες μια βαριά μαρμάρινη πλάκα που την έριξαν στα πόδια του. Γεμάτος αδημονία ο Γερμανός, δεν περίμενε να φέρουν νερό για να την πλύνουν, αλλά έριξε πάνω της το κρασί που κρατούσε. Μόλις διάβασε την επιγραφή που αποκαλύφθηκε, αγκάλιασε τον Ζαρράφτη και φώναξε, «Ιάκωβε, εδώ είναι το Ασκληπιείο».
Μισή ώρα αργότερα, ο Χέρζογκ πήρε ένα καΐκι, πέρασε απέναντι στην Αλικαρνασσό απ’ όπου έστειλε θριαμβευτικό τηλεγράφημα στο Βερολίνο ότι ανακάλυψε το Ασκληπιείο του Ιπποκράτη. Την επομένη μέρα, όλες οι εφημερίδες της Ευρώπης ανήγγελλαν το χαρμόσυνο γεγονός, ο Χέρτζογκ έγινε διάσημος, τα συγχαρητήρια και οι τιμητικοί τίτλοι έπεφταν βροχή, συγκεντρώθηκαν χρήματα για την συνέχεια της ανασκαφής, αλλά με τον κακόμοιρο τον Ζαρράφτη δεν ασχολήθηκε κανείς. Ο Γερμανός οικειοποιήθηκε και το ένστικτο και τη δουλειά και την  ανακάλυψη του Έλληνα. Ο Ζαρράφτης σκοτώθηκε το 1933 στον μεγάλο σεισμό που συντάραξε την Κω, δίχως η προσφορά του να αναγνωριστεί διεθνώς.
Μόνο στην Ελλάδα γίνεται μνεία για την ουσιαστική βοήθεια που προσέφερε στην αποκάλυψη του Ασκληπιείου, στην διεθνή αρχαιολογική βιβλιογραφία το όνομα του απουσιάζει εντελώς. Τουλάχιστον οι Ιταλοί που κατείχαν τα Δωδεκάνησα από το 1911, ήξεραν την προσφορά και τις γνώσεις του, οπότε τον είχαν διορίσει έφορο αρχαιοτήτων στο νησί του.