Τετάρτη 29 Απριλίου 2020

Οδυσσέας Ελύτης

La pallida morte

Άοσμος κι όμως πιάνεται
Όπως άνθος από τα ρουθούνια
Ο θάνατος. Μεσολαβούνε κτίρια σιωπηλά, τετράγωνα
Με απέραντους διαδρόμους αλλ’ επίμονα
Η οσμή περνά πτυχές από λευκά σεντόνια ή βυσσινιά
Παραπετάσματα σ’ όλο του δωματίου το μάκρος
Κάποτε μία ξαφνική αντανάκλαση φωτός
Ύστερα πάλι μόνον οι τροχοί από τ’ αμαξίδια
Κι η παλιά λιθογραφία με την εικόνα
Του Ευαγγελισμού όπως φαίνεται μέσ’ απ’ τον καθρέφτη

Οπόταν, με το χέρι απλωμένο Εκείνος
Που όπως αγγέλλει σιωπά, όπως μοιράζει παίρνει
Χλωμός και με ύφος ένοχο (σαν να μην ήθελε αλλά πρέπει)
Πιάνει και σβήνει ένα ένα τα ερυθρά
Αιμοσφαίρια μέσα μου. Ίδια ο νεωκόρος τα κεριά την ώρα
Που έχοντας πάρει τέλος οι δεήσεις όλες
Υπέρ ευκρασίας αέρος και του σύμπαντος κόσμου ή
Προπαντός, υπέρ ων έκαστος κατά διάνοιαν έχει
Το εκκλησίασμα διαλύεται

Ω και αν έχω! Αλλά πως με τι
Γίνεται τρόπο να φανερωθεί το «μη λεγόμενον»
Που ενώ με τις ίριδες και με τ’ ανεμοκλείτια ευλαλούν οι Μάιοι
Και με χλόες παν κατεβατές έως τη θάλασσα
Τη στιγμή που κι εκείνη ψιθυριστά κάτι απ’ τ’ αρχαία της μυστικά
Ολοένα εκμυστηρεύεται, άφωνος μένει ο άνθρωπος
Η ψυχή μόνον. Αυτή
Σαν μητέρα νεοσσών όπου κίνδυνος κάνει φτερούγα
Και από τις καταιγίδες μέσα λίγα ψίχουλα
Γαλήνης υπομονετικά συνάζει· ώστε αύριο, μεθαύριο
Κείνα που κατά διάνοιαν έχεις με καινούριο στιλπνό πτίλωμα
Στους αιθέρες ν’ ανοιχτούν κι ας ανοιγοκλειούν οι θύρες άδικα
Στα ουράνια κατοικητήρια

Ξέρει ο Άγγελος. Και δειλά το δάχτυλο αποσύρει
Που ξανά κυανό το χρυσό γίνεται και μια ευωδιά
Σμύρνας καιούμενης ανεβαίνει ως τον ρόδινο θόλο
Μονομιάς ανάβουν τα κεριά σ’ όλα τα μανουάλια
Ύστερα όλοι ακολουθούν. Πατημασιές επάνω στα βρεμένα φύλλα
Επειδή και οι άνθρωποι αγαπούν τους τάφους και με ευλάβεια
σωρεύουν όμορφα λουλούδια εκεί
Όμως απ’ αυτούς, ο θάνατος, κανένας δεν γνωρίζει τίποτε να πει
Μόνον ο ποιητής. Ο Ιησούς του ήλιου. Ο μετά κάθε Σάββατο
ανατέλλοντας
Αυτός. Ο Είναι, ο Ήταν και ο Ερχόμενος.


                                       Τα ελεγεία της οξώπετρας (1991)

Ο ιταλικά γραμμένος τίτλος σημαίνει Ο χλομός θάνατος και, κατά πάσα πιθανότητα, έχει ως απώτερη πηγή τη φράση pallida Mors του Ορατίου στην τέταρτη ωδή του πρώτου βιβλίου των ωδών του, όπου η πανηγυρική διάθεση για τον ερχομό της Άνοιξης καταλήγει με τη δυσάρεστη σκέψη για το αναπότρεπτο του θανάτου. (Μήπως, όμως, είναι ανάμνηση από τον Ελύτη του τραγουδιού La pallida morte του Giorgio Gaber (1970), που παραφράζει την ορατιανή ωδή;).
Το ποίημα του Ελύτη, απόρροια της νοσηλείας του τον χειμώνα 1989-1990 στο νοσοκομείο του Ευαγγελισμού λόγω αναιμίας, ξεκινά με την αίσθηση της εγγύτητας και της απειλής του θανάτου, αλλά καταλήγει, μέσα από μια μυστικιστική πορεία, με τη νίκη του επί του θανάτου, καθώς εκφράζει την πίστη ότι ο μόνος από τους ανθρώπους που γνωρίζει να μιλήσει για τον θάνατο είναι ο ποιητής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου