Το σατυρικό δράμα είναι ένα θεατρικό είδος
που ανήκει στον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ τραγωδίας και κωμωδίας. Τα σατυρικά
δράματα έγραφαν αποκλειστικά οι τραγικοί ποιητές και ποτέ οι κωμικοί. Αλλά οι
τραγικοί ποιητές έγραφαν τα σατυρικά δράματα λοξοκοιτάζοντας προς την κωμωδία,
ή προς το ιλαρό, το μη τραγικό θέατρο.
Τον 5ο αιώνα π.Χ. οι τραγικοί ποιητές
συμμετείχαν στους θεατρικούς αγώνες κατά κανόνα με μια τριλογία η οποία
απαρτιζόταν από τρεις τραγωδίες και ένα σατυρικό δράμα.
Τον 4ο αιώνα και στο τέλος της δεκαετίας
του 340
π.Χ., το σατυρικό δράμα αυτονομείται και στο πρόγραμμα των Μεγάλων
Διονυσίων εντάσσονται πλέον και διαγωνισμοί σατυρικού δράματος.
Η μαρτυρία των επιγραφών δείχνει ότι οι παραστάσεις
σατυρικού δράματος μάλιστα εξακολουθούν να ανεβαίνουν, όχι μόνο στην Αθήνα αλλά
και σε άλλες περιοχές, ακόμη και μέχρι τον 2ο αιώνα μ.Χ., ίσως και αργότερα.
Πρόκειται δηλαδή για ένα είδος θεάτρου που δεν χάνει τη δημοτικότητά του για
πολλούς αιώνες.
Το μοναδικό σατυρικό δράμα που μας έχει
σωθεί ακέραιο είναι ο Κύκλωψ του Ευριπίδη, αλλά σώζονται
μεγάλα τμήματα και από δύο άλλα σατυρικά δράματα· ένα του Αισχύλου οι
Δικτυουλκοί και ένα
του Σοφοκλή, οι Ιχνευταί.
Ο Κύκλωψ του Ευριπίδη είναι διασκευή
του γνωστού επεισοδίου της Οδύσσειας, όπου ο Οδυσσέας μπαίνει στη σπηλιά του
Κύκλωπα, ο Κύκλωπας του τρώει τους συντρόφους και ο Οδυσσέας τυφλώνει το τέρας.
Οι Δικτυουλκοί του Αισχύλου πραγματεύονται
τον μύθο της Δανάης και του Περσέα. Η Δανάη κλεισμένη μαζί με το νεογέννητο
παιδί της σε μια λάρνακα ρίχνεται στη θάλασσα από τον πατέρα της και τα κύματα
την ξεβράζουν κάποια στιγμή στη Σέριφο όπου τους ανακαλύπτουν Σάτυροι, αυτοί
είναι οι δικτυουλκοί του έργου· αυτοί που τραβάνε τα ψαράδικα δίχτυα μέσα στα
οποία έχει παγιδευτεί η λάρνακα με τη Δανάη και τον Περσέα.
Τέλος οι Ιχνευταί του Σοφοκλή, ιχνευτές Σάτυροι
δηλαδή, πραγματεύονται τον μύθο τον γνωστό από τον ομηρικό ύμνο στον Ερμή, του
πώς ο νεογέννητος Ερμής είναι τόσο πονηρός που κατορθώνει να κλέψει τα βόδια
του αδερφού του, του Απόλλωνα, και επίσης στη συνέχεια κατασκευάζει την, πρώτη
στην ιστορία, λύρα.
Οι υποθέσεις των σατυρικών έργων προέρχονται
από τους ίδιους μυθικούς κύκλους από τους οποίους εμπνέονταν για τις τραγωδίες
τους οι τραγικοί ποιητές που έγραφαν και τα σατυρικά δράματα. Σε αντίθεση όμως
προς ότι συμβαίνει στην τραγωδία, στο σατυρικό δράμα αυτοί οι παλιοί μύθοι παρουσιάζονται
με μια διάθεση χιουμοριστική και παιγνιώδη, η οποία αναδεικνύει τις λιγότερο σοβαρές
πλευρές των μύθων ή επινοεί λιγότερο σοβαρές πλευρές των μύθων.
Όπως και στην κωμωδία έτσι και στο σατυρικό δράμα
κυριαρχεί το ερωτικό στοιχείο, το σεξουαλικό στοιχείο, η οινοποσία μέχρι
κραιπάλης, ο χορός (η όρχηση) ακόμη και η βωμολοχία, αλλά όχι στον ακραίο βαθμό
που τη συναντούμε στην Παλαιά Κωμωδία. Βέβαια το τέλος των σατυρικών δραμάτων
όπως και των κωμωδιών είναι πάντοτε ευχάριστο και συνήθως συμπίπτει με την
απελευθέρωση των Σατύρων, οι οποίοι είναι αιχμάλωτοι και τη χαρούμενη επιστροφή
τους στον αφέντη που επιθυμούν να υπηρετούν, δηλαδή τον Διόνυσο.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα του σατυρικού δράματος είναι
ότι η σύνθεση του Χορού μένει πάντοτε η ίδια: ο Χορός αποτελείται πάντοτε από
Σατύρους, εξού και η ονομασία «σατυρικό δράμα». Οι Σάτυροι ήταν
δαιμονικά όντα της βλάστησης, της γονιμότητας, μυθικοί κάτοικοι των δασών που
κατέληξαν να γίνουν ακόλουθοι του Διονύσου. Τόσο στον μύθο όσο και στο σατυρικό
δράμα, οι Σάτυροι απεικονίζονται εν μέρει ανθρωπόμορφοι και εν μέρει
θηριόμορφοι. Γενικά το σώμα τους μοιάζει με ανθρώπινο, έχει ανθρώπινα
χαρακτηριστικά, αλλά τα αυτιά τους είναι μυτερά σαν του αλόγου ενώ έχουν και
ουρά αλόγου. Τα πρόσωπά τους είναι άσχημα· έχουν αυτή την κωμική ασχήμια.
Παριστάνονται συνήθως γυμνοί, φαλακροί ή, καμιά φορά, με άγρια και ανακατεμένα
μαλλιά. Εν γένει δηλαδή παριστάνονται οι Σάτυροι με τρόπο που να παραπέμπει στη
ζωώδη και ασυγκράτητη φύση τους, στην ακατάσχετη επιθυμία τους για κρασί, για
έρωτα, για υλικές απολαύσεις. Επίσης οι Σάτυροι είναι θρασύδειλοι, είναι
αναξιόπιστοι, είναι αφελείς, είναι κουτοπόνηροι, και στο σατυρικό δράμα οι
Σάτυροι ζουν σε συνθήκες αιχμαλωσίας ή δουλείας από την οποία όμως
απελευθερώνονται στο τέλος του έργου, οπότε χαρούμενοι πηγαίνουν να ξαναβρούν
τον αφέντη που με ευχαρίστηση υπηρετούν, δηλαδή τον Διόνυσο.
Ο Δημήτριος, στο Περί ερμηνείας 169, περιγράφει το σατυρικό δράμα ως «παίζουσα τραγωδία», δηλ. ως μια παιγνιώδη τραγωδία, μία τραγωδία που διασκεδάζει. Με τη συγκεκριμένη περιγραφή ο Δημήτριος συνδέει το σατυρικό δράμα με την τραγωδία. Είναι ένας εύστοχος χαρακτηρισμός για το κωμικό στοιχείο του σατυρικού δράματος, που επιτυγχάνεται με την ευτράπελη επαναχρησιμοποίηση της γλώσσας και της δραματουργίας της τραγωδίας, με την παρωδία των μύθων της τραγωδίας, με την παρουσία των ίδιων θεών και ηρώων με την τραγωδία, αλλά και την παράλογη εικόνα που δημιουργείται με την εισβολή του Σ(ε)ιληνού και των Σατύρων. Συνεπώς, το σατυρικό δράμα συνίσταται στη διακωμώδηση της τραγωδίας με σκοπό να προσφέρει την ανακούφιση του γέλιου και εφόσον το αίσιο τέλος είναι υποχρεωτικό, παρακολουθούμε τα βάσανα των σατυρικών ηρώων χωρίς αγωνία για το τέλος τους.
Ομοιότητες σατυρικού δράματος και τραγωδίας:
1. Το σατυρικό δράμα χρησιμοποιεί την ίδια γλώσσα, τα
ίδια μέτρα και έχει την ίδια δομή με την τραγωδία, δηλ. περιλαμβάνει πρόλογο,
πάροδο, επεισόδια, στάσιμα και έξοδο.
2. Το σατυρικό δράμα χρησιμοποιεί τους ίδιους θεούς και
ήρωες με την τραγωδία. Βέβαια, οι ήρωες παρουσιάζονται στο σατυρικό δράμα είτε
ως σοβαρά πρόσωπα σε ένα παράλογο περιβάλλον είτε ως κωμικές μορφές.
3. Τα θέματα του σατυρικού δράματος και της τραγωδίας
αντλούνται από το μύθο, αλλά στο σατυρικό δράμα ο μύθος παρουσιάζεται από τη
φαιδρή του όψη (δηλαδή αναδεικνύει τις λιγότερο σοβαρές πλευρές των μύθων ή
επινοεί λιγότερο σοβαρές πλευρές των μύθων).
4. Οι υποκριτές του σατυρικού δράματος φορούσαν
κοστούμια παρόμοια με εκείνα της τραγωδίας, εφόσον και τα δύο είδη παρουσίαζαν
ήρωες του μύθου. Όμως προστίθεται και η ενδυμασία του χορού των Σατύρων και του
Παπποσ(ε)ιληνού. Επίσης, και οι μάσκες του σατυρικού δράματος ταυτίζονται με
της τραγωδίας, ενώ προστίθενται οι μάσκες των Σατύρων και του Παπποσ(ε)ιληνού.
Διαφορές σατυρικού δράματος και τραγωδίας:
1. Η έκταση του σατυρικού δράματος είναι σύντομη (βλ. Κύκλωψ του Ευριπίδη, 709 στίχους), το
ύφος είναι οικείο και ζωηρό με περιστασιακή χρήση χονδροειδών αστείων και
χυδαιότητας και η μετρική του μορφή λιγότερο αυστηρή σε σχέση με την τραγωδία.
2. Το σατυρικό δράμα διαδραματίζεται είτε στην εξοχή
(ύπαιθρο) είτε σε εξωτικά μέρη (Μικρά Ασία, Αίγυπτος, Λιβύη κ.λπ.), ενώ η
τραγωδία στο περιβάλλον της πόλης έχοντας ως σκηνικό ένα παλάτι ή έναν ναό.
3. Το σατυρικό δράμα πραγματεύεται θέματα που
αποφεύγονται στην τραγωδία, όπως ρομαντικές σκηνές, συμπόσια, γεύματα,
μουσικούς και αθλητικούς διαγωνισμούς.
4. Το σατυρικό δράμα σε σχέση με την τραγωδία έχει πάντα
αίσιο τέλος ή αν δεν έχει αίσιο τέλος διαμορφώνεται έτσι το υλικό ώστε να μην
προκαλεί θλίψη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου