Ευχή και στόχος κάθε ανθρώπου είναι η ευδαιμονία, γι’ αυτό και στις γιορτές συνηθίσαμε να ευχόμαστε για πολλά κι ευτυχισμένα χρόνια. Πώς όμως κατακτιέται η ευτυχία και πώς εμείς μπορούμε να ανεβούμε στο βάθρο της για μεγάλη διάρκεια; Έχει να κάνει με τα πλούτη και τα υλικά αγαθά ή με άλλες αξίες που αφορούν και τη συλλογική ζωή; Οι μεγάλες αλήθειες έχουν ειπωθεί από τα αρχαία χρόνια και είναι επίκαιρες στη σημερινή μας ζωή. Στα συγγράμματα του Ηροδότου υπάρχουν διάσπαρτες ιστορίες που ξενίζουν το σύγχρονο άνθρωπο γιατί ζει στην εποχή του καταναλωτισμού και του ατομισμού.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο λοιπόν «Επί της βασιλείας
του Κροίσου όλοι οι σοφοί της Ελλάδας
επισκέπτονται την ακμάζουσα τότε πόλη των Σάρδεων. Ανάμεσά τους και ο Σόλων ο Αθηναίος, ο οποίος αφού νομοθέτησε, όπως του
ζήτησαν οι Αθηναίοι, αποδήμησε για δέκα χρόνια με την πρόθεση να δει και να
γνωρίσει τον κόσμο, και γιατί ήθελε βέβαια να μη βρεθεί στην ανάγκη να λύσει
κάποιον από τους νόμους του. Μετά την Αίγυπτο βρέθηκε στην αυλή του
Κροίσου, όπου και φιλοξενήθηκε στα βασιλικά ανάκτορα. Αφού ξεναγήθηκε για μερικές
ημέρες από τους υπηρέτες στους θησαυρούς, ήλθε η κατάλληλη στιγμή να ρωτήσει ο
πάμπλουτος Κροίσος τον Σόλωνα αν με τις γνώσεις, τη σοφία και τις
ταξιδιωτικές του εντυπώσεις του, είδε κάποιον άνθρωπο που να είναι ο πιο
ευτυχισμένος από όλους. Εκείνος έκανε την ερώτηση με την ιδέα πως είναι ο ίδιος
ο πιο ευτυχισμένος ανάμεσα στους ανθρώπους. Όμως ο Σόλων χωρίς καμιά κολακεία
και με απόλυτη ειλικρίνεια απαντά: «Βασιλιά μου τον Τέλλο τον Αθηναίο».
Σάστισε ο Κροίσος με την απάντηση και ρώτησε ανυπόμονα: «Κι από πού
κρίνεις τον Τέλλο πως είναι ο πιο ευτυχισμένος;» Κι εκείνος αποκρίθηκε: «Ο
Τέλλος πρώτα πρώτα μέσα σε μια μπορεμένη πόλη, είχε παιδιά καλά και άξια, και
είδε από όλα αυτά εγγόνια, κι όλα να ζουν κι ύστερα από μια ζωή γεμάτη αγαθά με
τα δικά μας μέτρα, (ειδικότερα τα αθηναϊκά που ήταν σε αντίθεση με τα λυδικά)
το τέλος της ζωής του ήρθε όλο λάμψη: σε μια μάχη των Αθηναίων με τους γείτονές
τους στην Ελευσίνα, (πιθανόν να πρόκειται για τους Μεγαρείς), όρμησε στον
εχθρό, τον έτρεψε σε φυγή και βρήκε εκεί πάνω τον πιο ωραίο θάνατο. Οι Αθηναίοι
τον έθαψαν με δημόσια δαπάνη και του έκαναν μεγάλες τιμές».
Επισημαίνουμε εδώ ότι ο Σόλων τοποθετεί στην
πρώτη θέση τον Τέλλο
γιατί εκτός από την οικογενειακή προκοπή, στα γεράματά του σκοτώνεται για
αξίες που τις θεωρεί ανώτερες από την ίδια του τη ζωή και αφορά στο σύνολο των
συμπατριωτών του. Είναι η αξία της ελευθερίας που μαζί με την πατρίδα
αποτελούν το υπέρτατο αγαθό για το οποίο αξίζει να θυσιαστεί ευτυχισμένος.
«Έτσι μιλώντας για τον Τέλλο ερέθισε ο Σόλων τον
Κροίσο με όσα είπε για την ευτυχία του, ώστε εκείνος ρωτούσε ποιον εύρισκε ο
Σόλων δεύτερο στη σειρά μετά τον Τέλλο, πιστεύοντας ακράδαντα ότι τη
δεύτερη θέση θα την έπαιρνε ο ίδιος. Όμως ο Σόλων αποκρίθηκε «Τον Κλέοβη
και τον Βίτωνα. Αυτοί, που ήταν από αργίτικη γενιά και αγαθά αρκετά
είχαν και επιπλέον σωματική δύναμη τέτοιας λογής που κι οι δυο είχαν κερδίσει
βραβεία σε αγώνες, και λένε μάλιστα γι’ αυτούς την ακόλουθη ιστορία: Πώς σε μια
γιορτή που έκαναν οι Αργίτες προς τιμή της Ήρας, έπρεπε η μητέρα τους να πάει
με ζεμένο αμάξι στο ιερό, όμως τα βόδια δεν έφταναν στην ώρα τους από το
χωράφι. Καθώς ο χρόνος δεν τους έπαιρνε να περιμένουν, μπήκαν οι ίδιοι οι νέοι
κάτω από το ζυγό και έσερναν το αμάξι, ενώ πάνω του πήγαινε η μητέρα τους. Κι
αφού έσυραν το φορτίο τους σαρανταπέντε στάδια, έφτασαν στο ιερό. Το κατόρθωμά
τους που το είδε όλος ο μαζεμένος κόσμος στο πανηγύρι, το επισφράγισε λαμπρά το
τέλος της ζωής τους, και έδειξε στην περίσταση αυτή ο Θεός πόσο είναι για τον
άνθρωπο καλύτερο να πεθαίνει παρά να ζει. Γιατί οι Αργείοι τους περικύκλωσαν
και μακάριζαν τα παλληκάρια για τη ρώμη τους, ενώ οι Αργίτισσες μακάριζαν τη
μάνα τους που της έτυχαν τέτοια παιδιά. Και η μητέρα τους γεμάτη χαρά για το
έργο και τους επαίνους των παιδιών της, στάθηκε αντίκρυ στο άγαλμα της θεάς κι
ευχόταν για τα παιδιά, που τόσο πολύ την τίμησαν να τους δώσει η θεά ό,τι
καλύτερο μπορεί να τύχει σε άνθρωπο. Ύστερα από αυτή την ευχή έκαναν θυσίες κι
έφαγαν, και σαν κοιμήθηκαν τα παλληκάρια στο ίδιο το ιερό δεν μεταξύπνησαν πιά
αλλά η ζωή τους τέλειωσε έτσι. Και οι Αργείοι τους έφτιαξαν αγάλματα και τα
αφιέρωσαν στους Δελφούς, να τους τιμήσουν που στάθηκαν άριστοι άνδρες».
Είναι φανερό σε αυτή την εξιστόρηση ότι
επαινείται η σχέση και η αφοσίωση των παλληκαριών στη μάνα τους αλλά και
η πίστη στη θεά που μπορούν να κάνουν τους ανθρώπους ευτυχισμένους.
«Ο Σόλων έτσι έδωσε σ’ αυτούς το δεύτερο
βραβείο ευδαιμονίας και ο Κροίσος οργισμένος είπε: Ε ξένε, και η δική μας
λοιπόν ευδαιμονία τόσο μηδαμινή είναι για σένα, που την καταφρόνησες έτσι, ώστε
ούτε με ιδιώτες δεν μας θεώρησε άξιες να συγκριθούμε; Κι εκείνος είπε: Κροίσε, εμένα
λοιπόν που ξέρω ότι ο θεός είναι όλος φθόνο1 και του αρέσει να
φέρνει τα άνω κάτω, με ρωτάς για τα ανθρώπινα πράγματα. Στο μάκρος της ζωής του
έχει κανείς πολλά να δει που δε θα τα ’θελε, και πολλά να πάθει.. Με αυτούς
τους όρους Κροίσε ο άνθρωπος είναι έρμαιο της τύχης. Όμως εκείνο που με ρωτάς ακόμη
δεν είμαι σε θέση να το πω, πριν μάθω πως είχες καλά τέλη...
Μ’ αυτά τα λόγια δεν έδωσε ο Σόλων καμιά χαρά στον
Κροίσο, κι αυτός, επειδή διόλου δεν τον υπολόγισε, τον έδιωξε πεπεισμένος πως
πρόκειται για έναν αστοιχείωτο ο οποίος τα αγαθά που είχε μπροστά στα μάτια του
δεν τα ψηφούσε, και έλεγε να βλέπουμε τo κάθε πράγμα πού τελειώνει. Είχε φύγει
ο Σόλων και μετά έπεσε επάνω στον Κροίσο βαριά θεϊκή οργή που είχε σχέση με την
τύχη των παιδιών του, επειδή, υποθέτω, πίστεψε πως είναι από όλους ο πιο
ευτυχισμένος…».
Η τελευταία παράγραφος των ιστοριών του Ηροδότου, ίσως, είναι η σημαντικότερη σχετικά με την ανθρώπινη ευδαιμονία. Εν ολίγοις ο ιστορικός αναφέρεται σε απόρριψη της πρότασης προς τον Κύρο να κατακτήσουν και άλλες περιοχές γιατί η γη που ορίζουν είναι λίγη κι αυτή τραχιά και να ηγεμονεύσουν στην περιοχή. Επειδή συνήθως, είπε η θηλυκή γη (πεδιάδες) βγάζει εκθηλυσμένους άντρες, γιατί δεν γίνεται απ’ την ίδια γη να βλασταίνουν το ένα και το άλλο, και καρποί θαυμαστοί και άντρες με πολεμική αρετή. Με αυτά οι Πέρσες κατάλαβαν την πλάνη τους κι αποσύρθηκαν γρήγορα γρήγορα και προτίμησαν να είναι αφέντες ζώντας σε φτωχή γη παρά να καλλιεργούν πεδιάδα και να είναι δούλοι άλλων.
1Ο φθόνος ως αντίδραση του θείου προς την
ανθρώπινη ευδαιμονία είναι στον Ηρόδοτο έννοια βασική και ερμηνευτική της ανθρώπινης μοίρας.
Σημαίνει ζήλεια, διάθεση για ανατροπή της προκλητικής ευδαιμονίας των βροτών,
κι όταν ακόμη αυτή δεν είναι ανάξια αποκτημένη. Η αιτία του φθόνου των θεών
ανάγεται περισσότερο στην εξέγερσή τους μπροστά στην ανθρώπινη ευτυχία, που
πάει να ξεπεράσει τα όρια της φύσης των θνητών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου