Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2024

Κική Δημουλά

                                   Αντεύχομαι

Έχω πολλά ράμματα για τη γούνα αυτής της μεγαλοκυρίας που λέγεται ευτυχία. Μου έχει σπάσει τα νεύρα με όσα ισχυρίζεται απολογούμενη που με έστησε.

Ότι τάχα ήρθε, αλλά εγώ είχα το νου μου σε τούτο και σε κείνο, ενώ εκείνη με περίμενε σε τούτο και σε κείνο, κι όπως μου τα προσδιόρισε, με περίμενε σε πράγματα αδύνατα να συμβούν, εκεί ακριβώς δηλαδή που είχα το νου μου.

Κι αυτός ήτανε, λέει, ο λόγος που την προσπέρασα. Άλλοτε πάλι, επιμένει πως ήρθε, στάθηκε λέει έξω από κάτι ιστορίες, στις οποίες εγώ είχα ήδη μπει μέσα, είχε τη διάθεση να πηδήξει από το παράθυρο και να μπει, αλλά ήταν τόσο υπερυψωμένη η δυσπιστία μου που δεν το τόλμησε.

Άλλη δικαιολογία, τραβηγμένη από τα μαλλιά, πως εγώ χτύπησα πολύ σιγά την πόρτα της και δε με άκουσε ή ότι χτύπησα πολύ δυνατά την πόρτα της, φοβήθηκε και δεν μου άνοιξε, και τι ψεύτρα, Θεέ μου, ότι χτύπησα λάθος τη διπλανή της πόρτα και βλέποντάς με να καθυστερώ, συνεπέρανε ότι το λάθος μου βγήκε σε καλό και δεν ήθελε να το διακόψει.

Μου έχει απαριθμήσει μία μία τις στιγμές με το όνομά τους, που την περιείχαν, λέει, αλλά εγώ θυμάμαι μόνο τι φόβο είχα μην τις χάσω.

Βλέπεις; μου λέει η κουτοπόνηρη, αν δεν ήμουνα εγώ εκεί μέσα, σ’ αυτές τις στιγμές, γιατί θα φοβόσουν μην τις χάσεις, τι σ’ ένοιαζε; Άρα ήρθα.

Αμέτρητες οι φορές που είπαμε να συναντηθούμε σε κάποιο φωτεινό μέρος, είτε στις κάποιες έξι των απογευμάτων είτε στις κάποιες οκτώ των δειλινών που έχουνε πιο φρόνιμο φως, κι εγώ να περιμένω, να την περιμένω με τις ώρες και πού να φανεί.

Και με τι θράσος να εμφανίζεται μετά στα όνειρά μου, να μου ζητάει συγνώμη που δεν ήρθε, γιατί είχε χάσει κάποιον δικό της κι ήτανε στις μαύρες της, ή και μου επιτίθεται πως ενώ ήρθε, ενώ περίμενε εκεί μέσα με στις ώρες της αναμονής μου, εγώ δεν την αναγνώρισα και δεν φταίει αυτή.

Είδα κι έπαθα να μην έχω την ανάγκη της. Και τώρα που παλεύοντας τα κατάφερα, έρχεται και μου δίνει συγχαρητήρια, πως αυτό ακριβώς, ότι δεν έχω την ανάγκη της, αυτό είναι ευτυχία. Άπιαστη σου λέω.

Από το Εκτός σχεδίου, εκδ. Ίκαρος

Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 2024

Κική Δημουλά

Δεν έχεις τι να χάσεις

Καλὰ τὰ βγάζει πέρα ἡ μοναξιὰ
φτωχικὰ ἀλλὰ τίμια.
Ἀλλοῦ κοιμᾶται αὐτὴ
κι ἀλλοῦ τὸ ἐγκρατὲς σκεπτικὸ ἐάν.

Μόνο καμιὰ φορὰ
σὲ πειραματισμοὺς τὴν παρασύρει
ἡ περιέργεια
- ὄφις προγενέστερος
καὶ πιὸ φανατικὸς
ἀπ᾿ τὸν νερόβραστον ἐκεῖνον τῆς μηλέας.

Δοκίμασε τῆς λέει, μὴ φοβᾶσαι
δὲν ἔχεις τί νὰ χάσεις
καὶ τὴν πείθει
νὰ κουλουριάζεται πνιχτὰ
νὰ τρίβεται σὰ γάτα ἀνεπαίσθητη
πάνω στὸν διαθέσιμο ἀέρα
ποῦ ἀφήνεις προσπερνώντας.

Ἀπόλαυση πολὺ μοναχικότερη
ἀπὸ τὴ στέρησή της.

Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2024

Κική Δημουλά

Διάλογος ανάμεσα σε μένα και σε μένα

Σου είπα:
— Λύγισα.
Και είπες:
— Μη θλίβεσαι.
Απογοητεύσου ήσυχα.
Ήρεμα δέξου να κοιτάς
σταματημένο το ρολόι.
Λογικά απελπίσου
πως δεν είναι ξεκούρδιστο,
ότι έτσι δουλεύει ο δικός σου χρόνος.
Κι αν αίφνης τύχει
να σαλέψει κάποιος λεπτοδείκτης,
μη ριψοκινδυνέψεις να χαρείς.
Η κίνηση αυτή δεν θα ’ναι χρόνος.
Θα ’ναι κάποιων ελπίδων ψευδορκίες.
Κατέβα σοβαρή,
νηφάλια αυτοεκθρονίσου
από τα χίλια σου παράθυρα…
Για ένα μήπως τ’ άνοιξες.
Κι αυτοξεχάσου εύχαρις.
Ό,τι είχες να πεις,
για τα φθινόπωρα, τα κύκνεια,
τις μνήμες, υδροροές των ερώτων,
την αλληλοκτονία των ωρών,
των αγαλμάτων την φερεγγυότητα,
ό,τι είχες να πεις
γι’ ανθρώπους που σιγά-σιγά λυγίζουν,
το είπες.

Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2024

Κική Δημουλά

Γεγονότα

Μόνη, εντελώς μόνη,
περπατώ στο δρόμο
και πέφτω πάνω σε μεγάλα γεγονότα:
Ο ήλιος σαν επειγόντως να εκλήθη από τη Δύση
αφήνοντας ημιτελές το δειλινό...

Σε λίγο η νύχτα,
κρατώντας τους αμφορείς του μυστηρίου,
των ιδιοτήτων της επαίρετο
όταν στο ρεμβώδες μάτι της, το φεγγάρι,
ένα απρόσεχτο λαθραίο σύννεφο, πάτησε
και την τύφλωσε.

Του ατυχήματος τούτου
επωφελήθηκε
κάποιος παράξενος κατάσκοπος
-το μεσονύχτιο υποπτεύονται-
το σύμπαν πυροβόλησε
και το άφησε ακίνητο.

Μετά από τέτοια γεγονότα,
το γεγονός πως είμαι πάλι μόνη
παρελείφθη.

Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2023

Κική Δημουλά

 Επιτύμβιο

«Κάθε φιλί που δίνεται, μα κάθε ανεξαιρέτως
ένα τοις εκατό αποτελείται
από αιωνιότητα
κι όλο το άλλο από τον κίνδυνο
να ’ναι το τελευταίο».

Αλλά και τελευταίο
ακόμα πιο φιλί θα λέγεται

όσο καιρό τουλάχιστον
θα το τραβολογάνε
η μνήμη από τη μια μεριά
η λήθη από την άλλη
η καθεμιά δικό της θεωρώντας το

ώσπου ο δίκαιος Σολομών
για να φανεί ποιανής δικό της είναι
στη μέση θ’ απειλήσει να το κόψει
μισό να πάρει η μια μισό η άλλη
κι όποια απ’ τις δυο κάθε φορά
-ποτέ δεν είναι η ίδια-
ουρλιάξει μη.

Κάθε φιλί
αποτελείται εξολοκλήρου από τον κίνδυνο
να ’ναι το τελευταίο.

Διαρκές είναι μόνο
εκείνο το φιλί που ουδέποτε εδόθη.
Σοφές, ειρηνικά το νέμονται
η αναμονή και η παραίτηση

άνθη αντίπαλα οι δυο τους
σε κοινό συμβιβασμένο ανθοδοχείο
κενοτάφιο στολίζουν.

Από τη συλλογή Μεταφερθήκαμε Παραπλεύρως,

εκδ. Ίκαρος, 2007

Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2023

30 αποφθέγματα του Οδυσσέα Ελύτη

1. «Μέσα στη θλίψη της απέραντης μετριότητας, που μας πνίγει από παντού, παρηγοριέμαι ότι κάπου, σε κάποιο καμαράκι, κάποιοι πεισματάρηδες αγωνίζονται να εξουδετερώσουν τη φθορά».

 

2. «Πιάσε την αστραπή στο δρόμο σου, άνθρωπε· δώσε της διάρκεια· μπορείς!».

 

3. «Για εμάς η Ελλάδα είναι αυτές οι στεριές οι καμένες στον ήλιο κι αυτά τα γαλάζια πέλαγα με τους αφρούς των κυμάτων. Είναι οι μελαχρινές ή καστανόξανθες κοπέλες, είναι τ’ άσπρα σπιτάκια τ’ ασβεστωμένα και τα ταβερνάκια και τα τραγούδια τις νύχτες με το φεγγάρι πλάι στην ακροθαλασσιά ή κάτω από κάποιο πλατάνι».

 

4. «Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις».

 

5. «Ναι, ο Παράδεισος δεν ήταν μια νοσταλγία. Ούτε, πολύ περισσότερο, μια ανταμοιβή. Ήταν ένα δικαίωμα».

 

6. «Βαρύς ο κόσμος να τον ζήσεις, όμως για λίγη περηφάνια το άξιζε».

 

7. «Κι έναν πόντο πιο ψηλά να πάτε, άνθρωποι, ευχαριστώ θα σας πει ο Θεός».

 

8. «Την αλήθεια την «φτιάχνει» κανείς ακριβώς όπως φτιάχνει και το ψέμα».

 

9. «Το ελάχιστο θέλησα και με τιμώρησαν με το πολύ».

 

10. «Κείνο που σου προσάπτουνε τα χελιδόνια είναι η άνοιξη που δεν έφερες».

 

11. «Ήρθαν ντυμένοι «φίλοι» αμέτρητες φορές οι εχθροί μου το παμπάλαιο χώμα πατώντας».

 

12. «Το «κενό» υπάρχει, όσο δεν πέφτεις μέσα του».

 

13. «Ο ήλιος σκάει μέσα μας κι εμείς κρατάμε την παλάμη στο στόμα έντρομοι».

 

14. «Τη μαγεία δεν την πιάνεις με την ερμηνεία της μαγείας, πόσο μάλλον με την περιγραφή της ερμηνείας της μαγείας. Ή κελαηδάς ή σωπαίνεις. Δε λες: αυτό που κάνω είναι κελαηδητό!».

 

15. «Αλλά κάτεχε ότι μονάχα κείνος που παλεύει το σκοτάδι μέσα του θα ’χει μεθαύριο μερτικό δικό του στον ήλιο».

 

16. «Για να πατάς στέρεα στη γη, πρέπει το ένα πόδι σου να είναι έξω από τη γη».

 

17. «Όταν η συμφορά συμφέρει, λογάριαζέ την για πόρνη».

 

18. «Σ’ όλους τους τόπους κι αν γυρνώ μόνον ετούτον αγαπώ!».

 

19. «Αλλά με τις ξόβεργες μπορεί να πιάνεις πουλιά, δεν πιάνεις ποτέ το κελαηδητό τους. Χρειάζεται η άλλη βέργα, της μαγείας, και ποιος μπορεί να την κατασκευάσει αν δεν του ’χει από μιας αρχής δοθεί;».

 

20. «Τα τρία Τ της επιτυχίας: Ταλέντο, Τόλμη, Τύχη».

 

21. «Ψαρεύοντας έρχεται η θάλασσα».

 

22. «Χαράξου κάπου με οποιονδήποτε τρόπο και μετά πάλι σβήσου με γενναιοδωρία…».

 

23. «Κάνε άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά».

 

24. «Μια νομοθεσία εντελώς άχρηστη για τις Εξουσίες θα ’τανε αληθινή σωτηρία».

 

25. «Πού να δώσω να το καταλάβουν οι πλειοψηφίες πως η δύναμη μόνο σκοτώνει και πως το σπουδαιότερο: Η άνοιξη και αυτή προϊόν του ανθρώπου είναι».

 

26. «Τη γλώσσα μου έδωσαν Ελληνική. Το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου».

 

27. «Πιάσε το ΠΡΕΠΕΙ από το ιώτα και γδάρε το ίσαμε το πι».

 

28. «Αν υπάρχει κάτι που να περνάει από χέρι σε χέρι, αυτό είναι η ανθρωπιά».

 

29. «Ένας «Αναχωρητής» για τους μισούς είναι, αναγκαστικά, για τους άλλους μισούς, ένας «Ερχόμενος».

 

30. «Θεέ μου τι μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε».

Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2023

Στον Νορβηγό Γιον Φόσε το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2023

Το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας του 2023 απονέμεται στον Νορβηγό συγγραφέα Jon Fosse (Γιον Φόσε) «για τα καινοτόμα θεατρικά έργα και την πεζογραφία του που δίνουν φωνή στο ανείπωτο».

Η μυθιστορηματική γλώσσα του Γιον Φόσε συνοψίζεται σε ένα ύφος που έγινε γνωστό ως «μινιμαλισμός Φόσε». Όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση της Ακαδημίας, «αν και ο Φόσε συμμερίζεται τον πεσιμισμό προκατόχων του, το συγγραφικό του όραμα δεν καταλήγει στο μηδενισμό ή την περιφρόνηση. Η πρόζα του διαθέτει ζεστασιά και χιούμορ, ενώ αποδίδει στους ανθρώπινους χαρακτήρες του με μια ευάλωτη αφέλεια».

Ο Φόσε γεννήθηκε το 1959 στο Haugesund της Νορβηγίας και από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 ζει στο Μπέργκεν. Σπούδασε συγκριτική λογοτεχνία και δίδαξε στην Ακαδημία Δημιουργικής Γραφής. Το 1983 εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα Κόκκινο, μαύρο και ακολούθησε πληθώρα μυθιστορημάτων, ποιητικών συλλογών, δοκιμίων και παιδικών βιβλίων.

Το 1994 έγραψε το πρώτο του θεατρικό έργο Και δε θα χωρίσουμε ποτέ, ενώ ακολούθησαν τα Κάποιος θα έρθει, Το παιδί, Το όνομα, για το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο Ίψεν, Η νύχτα τραγουδά τα τραγούδια της, Όνειρο φθινοπώρου, Μια μέρα καλοκαιριού, Παραλλαγές θανάτου, Χειμώνας, Τόσο όμορφα, Κορίτσι στον καναπέ και άλλα.

Τον Αύγουστο του 2000 του απονεμήθηκε το Θεατρικό Βραβείο του Βορρά και τον Δεκέμβριο του 2003 χρίστηκε Ιππότης της Γαλλικής Λεγεώνας της Τιμής. Το μινιμαλιστικό και υπερ-νατουραλιστικό ύφος του Φόσε θεωρείται ότι ανανέωσε ριζοσπαστικά το τοπίο της Νορβηγικής δραματουργίας.

Στις πρώτες δηλώσεις του μετά την ανακοίνωση του βραβείου ο Γιον Φόσε ανέφερε: «Είμαι συγκλονισμένος και ευγνώμων. Θεωρώ πως είναι μια ανταμοιβή για τη λογοτεχνία που στοχεύει πάνω από όλα να είναι λογοτεχνία, χωρίς άλλη σκέψη».

Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε σαράντα γλώσσες τα θεατρικά του ανεβαίνουν από σπουδαίους σκηνοθέτες, όπως οι Τ. Οστερμάγερ, Κλοντ Ρεζί και Πατρίς Σερό.